Αποφασίσαμε να ενδώσουμε στη γοητεία του γεναριάτικου κρύου στο Μαίναλο. Πήραμε το μονοπάτι από το Χρυσοβίτσι με προορισμό το Διάσελο Ναυαρίνου. Ο ουρανός, γεμάτος από βαρειά, αμετακίνητα σύννεφα και τα έλατα πυκνά, ούτε ένα πουλί δεν ακουγόταν. Αισθανόμουν ότι όλο και περισσότερο με απορροφούσε το τοπίο, σαν να μην μπορούσα να ξεφύγω από το βρύινο χώμα, σαν τα ρουθούνια μου να έχουν πλημμυρίσει από την οσφρητική πανδαισία του βουνού και το βλέμμα μου να αναζητά λίγο περισσότερο φως. Τα αγριογούρουνα είχαν επισκεφθεί το μονοπάτι πολύ πριν από εμάς. Είχαν σκάψει αναζητώντας τροφή: βολβούς, ρίζες και σκουλήκια. Είχαν ξυστεί στους κορμούς των δένδρων, είχαν στριφογυριστεί στις λούτσες και είχαν αφήσει τα ίχνη τους στο υγρό χώμα.
Και, ιδού τα μανιτάρια λαμπερά, φρέσκα, προκλητικά να ξεπροβάλλουν πάνω στο παχύ υγρό χαλί και στους πεσμένους κορμούς. Οι πολύχρονες υλοτομήσεις του βουνού έχουν διαμορφώσει το ιδανικό περιβάλλον για την ανάπτυξη των μανιταριών που εδώ και χρόνια το έδαφος καλύπτεται με κλαδάκια, βελόνες, και βρύα, από τις συχνές υλοτομήσεις. Σε χρώμα έντονο πορτοκαλί τα μανιτάρια "Λακτάριος" σχημάτιζαν ολόκληρες αποικίες. Έβγαλα το σακκούλι μου από το σακίδιο και άρχισα να συλλέγω. Δεν είχα προβλέψει ούτε καλάθι, ούτε πινελάκι για να τα καθαρίζω. Όταν γυρίσαμε στο χωριό, τα ξεπλύναμε με άφθονο νερό, τα στραγγίξαμε και τα γευτήκαμε. Τηγανιτά-πανέ και στο φούρνο με πρωτόλαδο, σκόρδο και μαυροδάφνη.