Τίποτα δεν εξαφανίζεται, όλα εξακολουθούν να υπάρχουν σε βάθος χρόνων εντός του περιβάλλοντος χώρου του κάθε αγροτόσπιτου.
Κάθε άνοιξη, καθώς παρατηρώ τα χορτάρια που μέρα με τη μέρα όλο και πιο πολύ πλησιάζουν και πνίγουν το μικρό μου σπίτι στο χωριό, ανα-συνθέτω, καθώς ανα-στοχάζομαι, την ιστορία του.
Οι βατσινιές επιμένουν να βγαίνουν κάτω από τα λιθάρια και να ακολουθούν το περίγραμμα του παλιού δίπατου σπιτιού μας, που γκρεμίστηκε από τους σεισμούς.
Ο μαρμάρινος κύλινδρος, που πάνω του πάταγε ο παππούς για ν' ανέβει στο άλογο, πνιγμένος από τον κισσό αντιστέκεται στο χρόνο. Έχει μεταφερθεί εδώ και κάμποσους αιώνες πριν από το χωράφι που σπέρναμε βρώμη, εκεί που βρισκόταν η αρχαία νεκρόπολη, οι Αιμωνιές.
Η μυλόπετρα για το άλεσμα της ελιάς, τμήμα αρχαίας κολόνας είναι χωμένη στη ρίζα της αχλαδιάς, μπροστά στο νέο αντισεισμικό σπίτι μας και λίγα βήματα πιο πέρα, το πιθάρι του λαδιού, εξακολουθεί να αντιστέκεται στο χρόνο. Ο πατέρας μου έλεγε ότι χρονολογείται πριν να πατήσει ο Κολοκοτρώνης στα χωριά μας.
Τα δέντρα έχουν μείνει στη θέση που ήταν. Τα φυλοβόλα, η αχλαδιά και η βερυκκοκιά είναι μπροστά στα παράθυρα για ν΄αφήνουν τον ήλιο τον χειμώνα και να χαρίζουν δροσιά με το φύλλωμά τους το καλοκαίρι. Οι μηλιές είναι πίσω, δεν έχουμε ακόμα συλλέξει τους καρπούς από τα νέα δέντρα, τα παλιά κάηκαν στις φωτιές του 2007. Η καρυδιά δεσπόζει στον πίσω χώρο, στην είσοδο του λαχανόκηπου. Οι μουριές κατά μήκος του οικοπέδου και του χωραφιού θέτουν τα όρια για τους ξένους, τους εν δυνάμει καταπατητές. Θεωρείται ασέβεια να κοπεί δέντρο που αποτελεί όριο του χωραφιού, του σπιτιού σου.
Οι κουφοξηλιές έχουν μεγαλώσει, τις αφήνω, για να θυμάμαι τη γιαγιά μου, τη γιάτρισσα που από τους κατάμαυρους καρπούς τους έκανε ματζούνια και καταπότια, για να θεραπεύει τον πονόλαιμο και τις αμυγδαλές. Γύριζε τα χωριά με τα σύνεργά της, μικρά γυάλινα βαζάκια με μπαρούτι και καρπούς κουφοξυλιάς, κρατώντας στο χέρι ένα-δυο ξερόκλαδα με αιχμηρές άκριες. Εκεί στις άκριες η γιαγιά έβαζε το μπαρούτι και πασάλειβε με αυτό τα λαιμά των ασθενών της.
Ο γέρικος πλάτανος στέκει αγέρωχος, πίσω, εκεί που το ποτάμι χαράζει τα δυτικά όρια του οικοπέδου μας. Λίγες δεκαετίες πριν έρχονταν αηδόνια και κελαηδούσαν.
Τώρα τον Απρίλη και τον Μάη ακούμε τα φωνές των βατράχων που ερωτοτροπούν.