Βρισκόμουν στα σπλάχνα του Μαινάλου. Τα πόδια μου βυθίζονταν μέχρι τα γόνατα στο χιόνι. Άσπρο, αστραφτερό, σαν την κόψη του μαχαιριού, που γλιστρούσε στην τούρτα των γεννεθλίων μου. Βυθιζόμουν όλο και πιο πολύ στη λευκή σαντιγύ, καθώς τα σχιστά μάτια της γιαγιάς μου απέναντι, έλαμπαν και με μαγνήτιζαν. Έμοιαζε με Ινδιάνα. Βουτηγμένη στα μαύρα. Το τσεμπέρι της έχασκε λίγο και φαινόταν η χωρίστρα με τις δυο ασημένιες κοτσίδες δεξιά κι αριστερά. Μια παραφωνία στην πολυχρωμία της εορτής με το πολύχρωμο χριστουγεννιάτικο δέντρο, τα ταφταδένια φουστάνια των συνδαιτημόνων μας και τις γόβες στιλέτο της μητέρας μου.
Ένας μεγάλος κορμός από έλατο που είχε γείρει χαμηλά στο έδαφος. Άφησα για λίγο τα μπατόν και έσκυψα από κάτω του για να περάσω. Κατευθυνόμουν προς το ξέφωτο που είχε γύρω γύρω έλατα.
Τα γκι είχαν μπήξει τις ρίζες τους βαθιά μέσα στον κορμό τους. Τα άσπρα ημιδιαφανή μπαλάκια τους είχαν ρουφήξει τους χυμούς του δέντρου κι έλαμπαν φουσκωμένα. Τράβηξα την πάνινη τσάντα μου μέσα από το σακίδιο και άρχισα να μαζεύω, αυτά που ήταν στα χαμηλά κλαριά. Η τσάντα μου γέμισε από γκι.
Βάδιζα νυχοπατώντας πάνω στις ανάγλυφες γιρλάντες της τούρτας. Παραμέρισα μερικά μεγάλα κομμάτια κομπόστα βερύκοκα και κατάφερα να φτάσω στην κορυφή. Μια αλπική καλύβα ανάμεσα σε δύο ελατάκια κι ένα ελάφι με άσπρες βούλες, όλα από χρωματισμένη ζάχαρη περίμεναν για να δοθούν για δώρα στις πιο στενές μου φίλες.
Ήθελα να προσφέρω τα κλωνάρια των γκι στη γιαγιά μου. Είχα διαβάσει ότι ο δρυίδης Πανοραμίξ τα χρησιμοποιούσε για να φτιάξει το μαγικό ποτό που έδινε δύναμη στον Οβελίξ και στον Αστερίξ.
Ήμουνα σίγουρη ότι η γιαγιά μου θα τα κατάφερνε. Θα είχε έτοιμο το μαγικό φίλτρο αύριο, λίγα λεπτά πριν από τη χειμερινή ισημερία.
Ένας μεγάλος κορμός από έλατο που είχε γείρει χαμηλά στο έδαφος. Άφησα για λίγο τα μπατόν και έσκυψα από κάτω του για να περάσω. Κατευθυνόμουν προς το ξέφωτο που είχε γύρω γύρω έλατα.
Τα γκι είχαν μπήξει τις ρίζες τους βαθιά μέσα στον κορμό τους. Τα άσπρα ημιδιαφανή μπαλάκια τους είχαν ρουφήξει τους χυμούς του δέντρου κι έλαμπαν φουσκωμένα. Τράβηξα την πάνινη τσάντα μου μέσα από το σακίδιο και άρχισα να μαζεύω, αυτά που ήταν στα χαμηλά κλαριά. Η τσάντα μου γέμισε από γκι.
Βάδιζα νυχοπατώντας πάνω στις ανάγλυφες γιρλάντες της τούρτας. Παραμέρισα μερικά μεγάλα κομμάτια κομπόστα βερύκοκα και κατάφερα να φτάσω στην κορυφή. Μια αλπική καλύβα ανάμεσα σε δύο ελατάκια κι ένα ελάφι με άσπρες βούλες, όλα από χρωματισμένη ζάχαρη περίμεναν για να δοθούν για δώρα στις πιο στενές μου φίλες.
Ήθελα να προσφέρω τα κλωνάρια των γκι στη γιαγιά μου. Είχα διαβάσει ότι ο δρυίδης Πανοραμίξ τα χρησιμοποιούσε για να φτιάξει το μαγικό ποτό που έδινε δύναμη στον Οβελίξ και στον Αστερίξ.
Ήμουνα σίγουρη ότι η γιαγιά μου θα τα κατάφερνε. Θα είχε έτοιμο το μαγικό φίλτρο αύριο, λίγα λεπτά πριν από τη χειμερινή ισημερία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου